Η μυοκαρδίτιδα είναι μια κατάσταση που επηρεάζει τον καρδιακό μυ, προκαλώντας φλεγμονή και αποδυνάμωση του καρδιακού μυός. Μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια και άλλες σοβαρές επιπλοκές. Τα συμπτώματα της μυοκαρδίτιδας περιλαμβάνουν πόνο στο στήθος, δύσπνοια, γρήγορο καρδιακό ρυθμό, κόπωση και αίσθημα παλμών.
Οι αιτίες της μυοκαρδίτιδας μπορεί να περιλαμβάνουν λοιμώξεις (ιογενείς, βακτηριακές και μυκητιακές) και αυτοάνοσες διαταραχές. Ιογενείς λοιμώξεις όπως η γρίπη ή το κοινό κρυολόγημα μπορεί να προκαλέσουν μυοκαρδίτιδα. Οι βακτηριακές λοιμώξεις, όπως ο στρεπτόκοκκος ή ο σταφυλόκοκκος, μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε μυοκαρδίτιδα. Τα αυτοάνοσα νοσήματα, όπως ο λύκος, μπορούν επίσης να προκαλέσουν μυοκαρδίτιδα.
Η διάγνωση της μυοκαρδίτιδας γίνεται με φυσική εξέταση και εξετάσεις όπως ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) και ηχοκαρδιογράφημα (υπερηχογράφημα καρδιάς). Άλλες εξετάσεις, όπως εξετάσεις αίματος, μπορεί να παραγγελθούν για την αναζήτηση δεικτών μόλυνσης ή φλεγμονής. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να γίνει βιοψία της καρδιάς για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση.
Η θεραπεία της μυοκαρδίτιδας εξαρτάται από την υποκείμενη αιτία. Για την ιογενή μυοκαρδίτιδα, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει αντιιικά φάρμακα και υποστηρικτική φροντίδα. Για τη βακτηριακή μυοκαρδίτιδα, μπορεί να συνταγογραφηθούν αντιβιοτικά. Για την αυτοάνοση μυοκαρδίτιδα, μπορεί να συνιστώνται φάρμακα όπως τα στεροειδή και τα ανοσοκατασταλτικά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί μεταμόσχευση καρδιάς.
Η πρόληψη της μυοκαρδίτιδας περιλαμβάνει τη λήψη μέτρων για τη μείωση του κινδύνου μόλυνσης, όπως το συχνό πλύσιμο των χεριών, την αποφυγή επαφής με άτομα που είναι άρρωστα και τον εμβολιασμό κατά της γρίπης και άλλων ιών. Είναι επίσης σημαντικό να διαχειριστείτε τυχόν υποκείμενες παθήσεις, όπως ο διαβήτης ή ο λύκος, για να μειωθεί ο κίνδυνος ανάπτυξης μυοκαρδίτιδας. Επιπλέον, η αποφυγή αλκοόλ και άλλων φαρμάκων μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της μυοκαρδίτιδας.
Πηγή: https://www.xtesini.gr/