Στο συμπέρασμα ότι έχουμε κάθε λόγο να είμαστε αισιόδοξοι για την ευρωπαϊκή Ελλάδα καταλήγει ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργαρίτης Σχοινάς από τις επαφές του την προηγούμενη εβδομάδα με τον πρωθυπουργό, υπουργούς και κρατικούς αξιωματούχους, σύμφωνα με άρθρο του στην «Καθημερινή». Αισιοδοξία, που μεταξύ άλλων στηρίζεται στις διαπιστώσεις του πως «σε καίρια ευρωπαϊκά εργοτάξια που συνδέονται άμεσα με την διαχείριση της πανδημίας, η Ελλάδα προβάλλει με τη σοβαρότητα ενός στιβαρού ευρωπαϊκού παίκτη», «αντίστοιχη εικόνα προκύπτει και στη διαχείριση του μεταναστευτικού», ενώ «το ελληνικό προσχέδιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης που θα ενεργοποιήσει τους πρωτοφανείς πόρους του ομώνυμου Ταμείου δίκαια χαρακτηρίστηκε ως υπόδειγμα για άλλους». Το άρθρο του Μ.Σχοινά, όπως δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Καθημερινή» έχει ως εξής: «Γιατί είμαι αισιόδοξος για την Ελλάδα Στα πάνω από 30 χρόνια τριβής μου με την ευρωπαϊκή πολιτική, βρέθηκα συχνά αντιμέτωπος με την κυριαρχία των απαισιόδοξων που επενδύουν με ευκολία στο «δεν θα τα καταφέρουμε», στην συστηματική καταστροφολογία και στην αυτομαστίγωση. Αυτή η διανοητική επικυριαρχία των απαισιόδοξων όχι μόνο δυσκολεύει τη παραγωγή και την υπεράσπιση των ευρωπαϊκών πολιτικών, αλλά επιμολύνει και τον εθνικό πολιτικό διάλογο ιδιαίτερα σε καιρούς κρίσης. Αντιστάθηκα πάντα στη σχολή σκέψης της απαισιοδοξίας με τη δύναμη των επιχειρημάτων που προσφέρει η ικανότητα της Ευρώπης να παράξει κοινές λύσεις στη κοινωνία, εκεί που ζει ο πολίτης τα προβλήματα του, όχι στα τραπέζια των think tanks και τα ευρύχωρα σαλόνια των αναλυτών. Βρέθηκα τη περασμένη βδομάδα για 4 μέρες στην Ελλάδα και αισθάνθηκα ακόμη μια φορά το γιατί η αισιοδοξία της δράσης είναι ανώτερη από την απαισιοδοξία της ανάλυσης. Συνομίλησα με τον Πρωθυπουργό, Υπουργούς και κρατικούς αξιωματούχους, αντάλλαξα απόψεις με βουλευτές από όλες τις πτέρυγες της Εθνικής Αντιπροσωπείας, συζήτησα με απλούς ανθρώπους, επισκέφτηκα ακριτικά νησιά, κέντρα εμβολιασμού και δομές μεταναστών. Το συμπέρασμα αβίαστο: έχουμε κάθε λόγο να είμαστε αισιόδοξοι για την ευρωπαϊκή Ελλάδα, ιδιαίτερα αυτή την εμβληματική χρονιά 200 χρόνια από την Εθνική Παλιγγενεσία και 40 χρόνια από την ένταξη της χώρας στην Ενωμένη Ευρώπη. Σε καίρια ευρωπαϊκά εργοτάξια που συνδέονται άμεσα με την διαχείριση της πανδημίας, η Ελλάδα προβάλλει με τη σοβαρότητα ενός στιβαρού ευρωπαϊκού παίκτη. Στο πεδίο της αντιμετώπισης της πανδημίας η Ελλάδα τρέχει ένα από τα πιο πετυχημένα εθνικά σχέδια εμβολιασμού σ’ όλη την ΕΕ. Τα εθνικά συστήματα παιδείας και υγείας αντέχουν στη πρωτοφανή πίεση με επάρκεια για χώρα με το μέγεθος και τις υποδομές της. Η ευρωπαϊκή στήριξη σε όλο το εύρος της υγειονομικής διαχείρισης – από τα εμβόλια ως τις κινητές ομάδες υγείας και τον ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό – σύμβολο της Ευρώπης που προστατεύει. Αντίστοιχη εικόνα προκύπτει και στη διαχείριση του μεταναστευτικού. Με τη μείωση των ροών και τη ραγδαία αποσυμφόρηση στα νησιά (από 50.000 πριν 2 χρόνια σε 12.000 σήμερα) έχουμε τώρα την ευκαιρία να προετοιμαστούμε για κάθε μελλοντικό ενδεχόμενο με νέες ευρωπαϊκού τύπου δομές – πλήρως χρηματοδοτούμενες από την ΕΕ που κατασκευάζονται ταχύτατα. Μετά το θαύμα του Έβρου, η ευρωπαϊκή φύλαξη των συνόρων είναι πια πραγματικότητα με δυνάμεις και μέσα της Frontex ανεπτυγμένα στα χερσαία και θαλάσσια σύνορα μας. Οι συζητήσεις για το νέο Σύμφωνο Αλληλεγγύης προχωρούν ικανοποιητικά. Τέλος, το ελληνικό προσχέδιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης που θα ενεργοποιήσει τους πρωτοφανείς πόρους του ομώνυμου Ταμείου δίκαια χαρακτηρίστηκε ως υπόδειγμα για άλλους. Κι αυτό γιατί δεν στοχεύει απλά στο εύκολο χρήμα, αλλά προτείνει μια επαναδιάταξη του οικονομικού προτύπου της χώρας προσαρμόζοντας το στη πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Καλύπτει μάλιστα με επάρκεια την ανάγκη για επένδυση στις δεξιότητες και την επείγουσα και δικαιολογημένη προτεραιότητα για χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα. Τί μας λένε όλα αυτά; Πρώτον, ότι μετά από 40 χρόνια ένταξης στις ευρωπαϊκές δομές η Ελλάδα αφήνει πίσω της την εποχή της αφέλειας και της ανασφάλειας, κερδίζοντας με το σπαθί της την είσοδο στην εποχή της ωριμότητας και της αυτοπεποίθησης. Δεύτερον, ότι η κοινωνία που γαλβανίστηκε στη πυρά της οικονομικής κρίσης, αντιδρά στις τωρινές εξαιρετικές συνθήκες με ψυχραιμία, συνοχή, αλληλεγγύη και υπευθυνότητα. Ούτε οι θερμόαιμοι με τα γκλομπ ούτε όσοι επιζητούν την «Εξαρχειοποίηση» της Αθήνας μπορούν να απειλήσουν αυτές μας τις κατακτήσεις. Τρίτον, η χώρα μας έχει καταφέρει όχι απλώς να συμμετέχει αλλά και να πρωταγωνιστεί στις ευρωπαϊκές εξελίξεις όπως έδειξε η μετατροπή της ελληνικής πρωτοβουλίας για τα πιστοποιητικά εμβολιασμών από πρόταση σε αποφάσεις και μάλιστα σε χρόνο ρεκόρ. Για όλα αυτά είμαι αισιόδοξος για την Ελλάδα. Αλλά αισιοδοξία σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να σημαίνει επανάπαυση ή εφησυχασμός. Έχουμε ακόμη πολύ και δύσκολο δρόμο μπροστά μας. Τώρα όμως πατάμε γερά στα πόδια μας κι ο θόρυβος των απαισιόδοξων δεν μπορεί να σκεπάσει τα βήματά μας προς τα μπρος».